- δεκαδύο
- 1177 δεκαδύο{числит., 2}двенадцать (Деян. 19:7; 24:11).*
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. Виктор Журомский. 2006.
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. Виктор Журомский. 2006.
δεκαδύο — και δεκαδύω (AM) δώδεκα … Dictionary of Greek
δεκαδύο — indeclform (numeral) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυριάδα — η (ΑΜ μυριάς, Μ και μυριάδα) συν. στον πληθ. οι μυριάδες 1. σύνολο από δέκα χιλιάδες ομοειδείς μονάδες, ο αριθμός 10. 000 («παραλαβέσθαι δραχμῶν ἕκαστον ἀργυρίου δεκαδύο ἥμισυ μυριάδας», Πλούτ.) 2. μεγάλη ποσότητα, πολυάριθμο πλήθος («μυριάδες… … Dictionary of Greek
παραβάλλω — ΝΜΑ παραθέτω για σύγκριση, συγκρίνω, παραλληλίζω (α. «δεν μπορώ να παραβάλω την εργασία τους, γιατί είναι και τών δύο άριστη» β. «παραβαλόντες οὖν παρ ἀλλήλους σκεψώμεθα», Πλάτ.) μσν. αρχ. προσφέρω κάτι σε κάποιον ως δόλωμα για να τόν προσελκύσω… … Dictionary of Greek